Της Νίνας Ναχμία
Τι έχουν να δουν πάλι τα ματάκια μας μέχρι που να μας εξοφθαλμιστούν τελείως να μην βλέπουν ότι βλέπουν. Όσα κουκούλωσε ο χειμώνας μέσα στο παλτό και το ριχτό, έτσι και τους τα γδυθούμε και εμφανιστούνε οι παχούρες και οι κυτταρίτιδες με τα λιβαδάκια και τα βουναλάκια τους, θα είναι να φεύγεις και να μην αφήνεις επισκεπτήριο.
Βέβαια εδώ και κανά μήνα έχει αρχίσει ένας ψηλοπανικός, όπως κάθε χρόνο τέτοια εποχή κι έχει μπει μπρος η..πείνα κολιάτα, να λες το ψωμάκι παντεσπάνι , κι έχουν στρατευθεί και οι μασατζέροι, που ζυμώνουν σε όλα τα μέρη, αλλά, που… εξαφανίζονται έτσι δια μαγείας σ ένα μήνα τα περιδρομιάσματα των άλλων έντεκα; Πως αδειάζεις 100 κιλά παϊδάκια και 500 μερίδες καρμπονάρες. Όσα μαγικά και να τους κάνεις δεν καταλαβαίνουν Θεό που έχουν νταμαριάσει και δεν σου κάνουν τη χάρη να λυόσουν γονυπετής να τα παρακαλάς. Στο τελος τι να κάνει κι η παχουλόμορφη το παίρνει απόφαση και γδύνεται. Και άμα γδύνεται είναι ώρα να ντύνονται οι άλλοι και να παίρνουν των ομματίων τους. Εν τω με μεταξύ δεν φτάνει που εκθέτει τα χοιρομέρια της και ο άλλος παθαίνει ναυτίαση που τα βλέπει, τα δικαιολογεί κι όλας ¨Έχουμε τάση οικογενειακώς ξέρεις….» Τι τάση κυρά μου, που έκανες το στόμα σου φαράσι και του ρίχνεις ότι σκουπιδόφαγο σου ξεπέσει. Έχει μάθει και λέει και το Ντι Εν Ει… « Είναι και το Ντι Εν Ει μου… που δεν με θέλει». Το Ντι Εν Ει δεν με θέλει κι έχω γίνει σαν βαρέλι. Εν τω μεταξύ και η μόδα, μόδα. Α’ όλα κι όλα μη μας πουν και «ντεμοδέ». Αυτό δεν θα το αντέξουμε με τίποτα. Τι την θες τη μόδα βρε βόδα, φόρα τουλάχιστον ένα μαγιό να σε σκεπάζει όσο μπορεί που πήγες και μου βαλες το κομποσκοίνι στην κομψή γραμμή με την Πεντέλη και το Αιγάλεω εκατέρωθεν νταμαρισμένα. Τι σου χρωστάει δηλαδή ο άλλος να τον κάνεις να σιχαίνεται το γυναικείο είδος, να πούμε. Αλλά που σου περισσεύει μυαλό να το βάλεις κάτω και να σου σκεφτεί. Σου λέει η άλλη γιατί το βαλε. Μα η άλλη βρε γκαγκά έχει 40 κιλά λιγότερο από σένα και μπορεί να βάλει και Τοπ-λες και Μποτομ-λες και ότι λες .
Ρωτάει και το Σουπρήμ Κώρτ, τη Βαρβάρα: « Βρε Βαρβάρα, λες;…..» « Μα, τι λες τώρα χρυσή μου και τοπ λες και μπετό λες και ότι θες, γιατί οι άλλες είναι καλύτερες; Δεν κατάλαβα.» Που να καταλάβει κι η Βαρβάρα που χει ένα βουνό κοιλάρα, αν είχε καταλάβει δεν θα γινότανε κι αυτή μοσχαναθρεμμένη αγελάδα να βόσκει πέρα στη λιακάδα, θα πήγαινε σε μια ερημιά να κάνει το μπανάκι της χωρίς να την μπανίζει ανθρώπου μάτι και να τανταλίζεται .