της Δήμητρας Γκουντούνα
Ω! τι γιορτή τέτοια γιορτή…. που είχα χθες ταμπουρωμένη μέσα στο σπίτι μου για ν΄ αποφύγω τα ύπουλα χάδια του ήλιου. Αναζητούσα τη δροσιά των λέξεων στα βιβλιαράκια μου και έπεσα πάνω στους κολλητούς μου …..Και οι τρείς φευγάτοι. Κώστας Σταματίου Φρέντυ Γερμανός Πάνος Γεραμάνης. Έκανα μια κίνηση αποστροφής αφού η μαχαιριά της ‘’παρουσίας’’ τους ήταν πονηρή και αναπάντεχη, αλλά σταμάτησα σ΄ εκείνο το χαμόγελο το περιπαιχτικό του Πάνου Γεραμάνη.
Το να διαβάζεις τις στιγμές και τις ημέρες από την πορεία ενός συναδέλφου που πολύ αγάπαγες και να συμβαίνει να είναι και παράλληλες και της δικής σου επαγγελματικής πορείας είναι ένα πικρό συναπάντημα. Πίκρα και θυμός. Γιατί εκείνος από συμπαραστάτης της διαδρομής μου-πολιτικής, δημοσιογραφικής ,φιλικής – ένα Μέγα Σάββατο αποφάσισε να γίνει ο ντελάλης της λαϊκής μουσικής περνώντας τον Αχέροντα ,εγκαταλείποντας εμάς ,για να βρει τους άλλους του φίλους που τόσο πολύ αγάπαγε. ,τον Καζαντζίδη, τον Βαμβακάρη τον Τσιτσάνη.
Έτσι λοιπόν απρόσμενα, ξανασυνάντησα τον φίλο μου στις γραμμές ενός βιβλίου του Καθηγητή Βασίλη Καρδάση που φέρει τίτλο με το όνομα του δημοσιογράφου και υπότιτλο «Σε δρόμους λαϊκούς». Το είχα πάρει στα χέρια μου το 2010 που είχε εκδοθεί .
Ουσιαστικά είναι περιήγηση μιας εποχής, με πολλές στιγμές χαρούμενες, κλεισμένες στο χαρτί μιας φωτογραφίας. Στιγμές του Πάνου και της δημοσιογραφικής του συνάντησης μ΄ όλους εκείνους που χάραξαν στις παρτιτούρες τους το δρόμο για τη λαϊκή μουσική ,μ΄ εκείνους που χρωμάτισαν τις μέρες μας μελοποιώντας την ποίηση που δεν γνωρίζαμε. Μια εποχή που όταν συναντούσες δημοσιογράφο παραμέριζες για να περάσει και ούτε στους χειρότερους εφιάλτες σου δεν μπορούσες να προβλέψεις ότι κάποτε θα έγραφαν στους τοίχους ‘’δημοσιογράφοι, μπάτσοι….’ κ.λ.π. κ.λ.π.
Και έτσι όπως ξεφυλλίζω το βιβλίο του κ. Καρδάση ,θυμάμαι τον Πανο να έρχεται με τη Ρούλα Μητροπούλου μέσα στη βροχή να πάμε κάπου για να συζητήσουμε πως θα σώσουμε τον κόσμο. Έτσι ήταν ο Πάνος, μ΄ εκείνο το μειλίχιο ύφος του σου άναβε τέτοιες φωτιές που μετά από κάθε συνάντηση θεωρούσες τον εαυτό σου το ‘υποζύγιο’ του συστήματος. Η σ΄ έκανε σε μια άλλη θεατρική πράξη της ζωής σου να αισθάνεσαι κάτι σαν την Πασιονάρια η λίγο από την Ρόζα Λουξεμπουργκ. Έτσι ήταν εκείνα τα χρόνια. Δύσκολα ύπουλα ,με μια βρεφική δημοκρατία που φοβόσουνα από στιγμή σε στιγμή ότι θα στην απαγάγουν. Οι περισσότεροι ήρωες μας ,όμως ήταν ακόμη ζωντανοί ,θρύλοι ,και εμείς ακολουθούσαμε .Ο Πάνος μέχρι το τέλος της ζωής του. Οι περισσότεροι από εμάς δεν είχαν την αντοχή του. Κλείνοντας και την τελευταία σελίδα του βιβλίου σε κλείνω για άλλη μια φορά στην ψυχή μου Πανούλη και δεν περιμένω επετείους για να σε θυμηθώ. Και πρέπει να παραδεχθώ πως τελικά είχες δίκιο σε όλα……