της Νίνας Ναχμία
Τώρα, τι ιδέα κι αυτή να ’χει ένα τόσο ωραίο ξανθό μαλλάκι και να βάφει τις ρίζες μαύρες!… Μ’ αυτή την απορία ζω από τότε που την είδα στην τηλεόραση. Εκτός κι αν το έκανε για πρωτοτυπία. Αν είναι έτσι να μας το πει να το ξέρουμε, να μην βάζουμε τα χειρότερα στο μυαλό μας. Γιατί, έτσι όπως την είδαμε με τα δίκροκα τσουλούφια να της κλείνουν κουρτινάκια τα μάτια και να της τα φέρνουν προς το τελείως γκαβό τους, υποπτευθήκαμε πως δυό φορές στις δύο που κοιτάζει, είναι ζήτημα αν τσακώνει τη μία κι αυτή, πολύ στο περίπου της.
Και βέβαια, είναι αυταπόδειχτο πως ως τυφλόμυγα με μαλλί δίχρωμο, αποκλείεται να μην έχει και μυαλό τζαλό. Αυτό βέβαια εμένα δεν με πειράζει καθόλου. Ότι θέλει ας έχει. Παρέα θα την κάνω; Και ούτε που θα το κουβέντιαζα δηλαδή, αν δεν την είχε καλέσει μια τηλεπαρουσιάστρια σε μια εκπομπή που την βλέπω και την πληρώνω κι από πάνω. Τι σου φταίμε ρε κυρά μου ν’ ανακατεύεις τους επιστήμονες, που κι αυτοί δεν σου φταίνε, με τον κίτρινο μαϊντανό με τις μαύρες ρίζες, που δεν είναι και σε καθόλου σταθερή επικοινωνία με τον εγκέφαλό του και το μόνο σεκλέτι που τραβάει είναι μήπως και δεν τον πάρει η κάμερα στο χαριτωμένο του. Τι τζεβλέδες και χαριτωμενάκια ήταν αυτά, που να ξερνάει και η θεία μου η χοντρή δηλαδή. Και τι από δω τίναγμα το άδειο κεφάλι, με την ξανθιά κόμη και τις μαύρες ρίζες και τι από κει τίναγμα! Άσε το υφάκι ντεφιλέ. Σαν να την θέλαν όλοι, κι αυτή να μην άδειαζε ούτε να τους περιφρονήσει. όταν της ήρθε δε της παρουσιάστριας να της θέσει μια δύσκολη ερώτηση, που τι το θελε δηλαδή, η απάντηση ήταν απ’ το έργο της Δευτέρας και να ναι μέρα Σάββατο. Να παθαίνεις εγκεφαλικό κι αυτή να σε κερνάει γλυκό νερατζάκι. Το μόνο που την έκαιγε, ήταν μήπως και δεν την γράψει καλά η κάμερα και πάει χαμένο το παθιάρικο ύφος με τα προτεταμένα χείλη σε σχήμα φιλιού. Κάπως σαν: «Τα χείλη μου σας καιν, γιατί είμαι μανεκέν. »
Την έκανε την διαλογική συζήτηση πνευματικού περιεχομένου, να τη ζηλεύει η επιθεώρηση. Τι λεπτομερής ανάλυση για θέμα που ήταν θέμα άλλης εκπομπής! Τι γελάκια κι αστειάκια και οικειότητες με την παρουσιάστρια, λες και ήταν στο σπίτι της κι έπιναν καφέ. Να την κοιτάζει ο φουκαράς ο πανεπιστημιακός τελείως διαστημικά σαν νά’βλεπε ξαφνικά την Αποκάλυψη πριν απ’ την Αποκάλυψη… Η τάπω όμως, χαμπαρίμ γιόκ. Συνέχιζε απτόητη κι έδειχνε μάλιστα καταευχαριστημένη που όλοι την άκουγαν με ανοιχτό το στόμα, μαζί με την παρουσιάστρια που δεν έβρισκε λόγια να τη …μουγκάνει.
Απ’ τη μια τη λυπόμουνα, κι απ’ την άλλη ένοιωθα μια χαιρεκακία που έπεσε στα στριμόκωλα. Να μάθει άλλη φορά, να προσέχει. Βέβαια αλλιώς τα είχε υπολογίσει όταν αποφάσισε να την έχει στο πάνελ. Σου λέει: όμορφη είναι, χαζή είναι, παρ την για διακοσμητικιά. Δεν θα μιλάει. Αμ δε που δεν θα μιλάει! Θα μιλάει και θα παραμιλάει, μέχρι να παραμιλήσεις. Βρε δεν το ξέρεις πως, άμα ξυπνήσουνε τα πιάτα τα ρηχά, ζητάν μετά και σούπα;