Της Νίνας Ναχμία
Το «τσουτσουναμι» είναι μια ισόβια αντρική ασθένεια που όσοι προσβληθούν από αυτήν ακόμα και αν έχουν περάσει την …μετά-παιδική και μεταπρατική εφηβική ηλικία δεν μπορούν με τίποτα να τη ξεπεράσουν, ποτέ!
Εκεί που κάθονται τους έρχεται σαν ένα πελώριο κύμα και τους κατακλύζει, εξ ου και τ’ όνομά του και μετά, τι να σου λέω … ρε Ξανθίππη, δεν αντέχω να μου λείπει! γι αυτό, αυτοί που έχουν στήσει τη δουλειά, κάνουνε «χρυσή δουλειά!» Κυρίως σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς που, αν δεν εκμεταλλευτείς την αδυναμία του άλλου, λες την πείνα, πιπίνα! Στήνουν, λοιπόν μαγαζάκι, χωρίς μαγαζάκι, νοικιάζουνε και μερικές περιθωριοποιημένες, το τι και πως είναι, δεν τους νοιάζει, δεν πα να είναι η αδελφή του Δράκουλα, όσο πιο κατιμάδες τόσο πιο συμφέρουσες, εξ άλλου όλα γίνονται ακουστικώς, όχι οπτικώς και να τα ευρώπια να τα σουμάρουν με τη σέσουλα και να μοστράρουν ανέξοδα επιχειρηματίες! Ούτε εφορίες, ούτε επικολλήσεις ενσήμων, ούτε να κινδυνεύεις να έρθει η μπασκινερία να σε κάνει τσακωτό, τίποτα! Καθαρές, βρώμικες δουλειές! Το «μαγαζάκι», σύμφωνα με το παλιό ξεκαρδιστικό αμερικανικό φιλμάκι, στήνεται ως εξής: Βρίσκεις τα γυναικάκια που σε αυτούς τους χαλεπούς χρόνους είναι όλα απελπισμένα, τα καημένα γιατί δουλειά ψάχνουν και δουλειά δεν βρίσκουν, και δεν έχουν ένα και, τα εισαγάγεις στο… «δια ταύτα». Και το «δια ταύτα» είναι , να έχουν απλά, ένα τηλεφωνικό, όπερ και όλαι το διαθέτουσι, λίγη θηλυκιά πονηριά, και καπατσοσύνη, όπερ σχεδόν πάλι όλαι λίγο ως πολύ, διαθέτουσι, τις…προβάρεις και άμα περάσουν τις εξετάσεις, το στήνεις στο πιτς-φυτίλι. Μετά πετάς και μερικές αγγελίες με…γυμνές καυτές κι ας είναι η άλλη σαν πατημένος κεφτές, και η δουλειά πάει άσφαλτος! Βλέπει ο…τσουτσουνόπληκτος στην αγγελία την… φιδίσια και ορμάει στα… ίσια. Μια χαρά παγίδα τον έπιασε στο δόκανο. Από κει και πέρα, ούτε ώρα κοιτάζει, ούτε τίποτα, μόνο ακούει και…φτιάχνεται. Το ότι θα πληρώσει την γκιόσα για αρνάκι γάλακτος ούτε που του περνάει από το «ακατέργαστό» του! Αρκεί να κάνει τη …δουλίτσα του, να ξεφουντώσει, να ξελαμπικάρει, να του περάσει προσωρινά η κάψα! Μέχρι να του ξανάρθει και να την ξαναβρεί με το… ακουστικό του!
Αφού περάσουν, λοιπόν, οι υποψήφιες τις εξετάσεις, (σχεδόν όλες περνάνε, γιατί είναι εύκολα τα…τσουτσουνομαθήματα,) …κάτι γλώσσα πάνω κάτω, κάτι πλαταγίσματα, κάτι ρουφήγματα, κάτι αναστενάρια, δυο τρεις σεξιστικές λεξούλες, το δόλωμα είναι πανέτοιμο και φρεσκότατο για να τσιμπήσει το ψαράκι! Άσε που μ’ αυτή τη δουλειά μπορείς να κάνεις και ανενόχλητη την δουλειά σου! Μήπως σε βλέπει ο άλλος τι κάνεις; Αυτός είπαμε θέλει μόνο ν ακούει! Όπου την πετύχει, του τα λέει. Την βρίσκει π.χ. Σουπερ Μάρκετ, του πλαταγίζει, μπλουά, μπλουά, μπαλού, του κάνει κι ένα στριφτό με τη γλώσσα, ουάου και τον… στέλνει! Κοπανάει κι ένα μούτσου- γούτσου- μούτσου καθώς γεμίζει και το καρότσι. Κάπου, κάπου την κοιτάζει και κανένας παράξενα που ξαναμωράθηκε, αλλά θα μας νοιάξει τώρα τι σκέπτονται οι άλλοι, ή να βγάλουμε κανένα φράγκο να λαδώσουμε το αντεράκι μας! Γι αυτό το ακουστικό δεν ξεκλωσάει από το αυτί. Ακόμα και όταν δίνει σφαλιάρα στον μπόμπιρα που άδειασε κάτω τις οδοντογλυφίδες, κι εκείνος ουρλιάζει σαν αλάδωτο τρένο βρίσκει δικαιολογία και σ αυτό! «Μωρό μου σου έβαλα και το μωρό, να φτιαχτείς καλύτερα.» Αχ, ναι μωρό μου πολύ μ αρέσει..» «Που σε βρίσκω τώρα;» «Στο κρεβάτι κουνελάκι μου, που αλλού και είμαι και στη στάση που σ’ αρέσει Τι θέλεις να κάνω για σένα;;; δεν ακούς πως ανασαίνω; Πεθαίνω από πόθο, σε θέλω» κι ας την βρίσκει να έχει χωθεί κάτω από κρεβάτι και να σφουγγαρίζει! «Ναι… ναι… ναι, αχ ναι!» «εκεί!» «ναι!» και ας την βρίσκει να ξεσκατίζει και το βυζανιάρικο που έχει χεστεί ως την πλάτη! Ξέρεις τι κάνω τώρα μωρό μου Κατάλαβες! ε; Εν τω μεταξύ το κοντέρ γράφει και όσο γράφει αυτό, τόσο τα ποσοστά ανεβαίνουν! Από το πρώτο μάθημα, έμαθε πως τον… πελάτη, πρέπει να τον …μπαρουτιάζεις για να τον κρατάς όσο μπορείς περισσότερο. Μόνο βάρδα μην πάει μεσημέρι κι έρθει ο Φώντας και την δει πάλι με το κινητό στ αυτί και την πιάσει στα μπουκέτα. Όλο και κάτι δεν του πάει τελευταία «Μωρή θα πληρώσουμε τα μαλλιοκέφαλα μας! Τι σκατά λες συνέχεια! Μπουρού, μπουρού, μπουρού, άλλη δουλειά δεν έχεις να κάνεις;» Μα αν είχε άλλη αυτή θα έκανε Φώντα μου, αυτή θα έκανε..;;; Πάντως το παραδάκι όλο και αυγαταίνει. Βέβαια ο… ντάβας παίρνει την μερίδα του Λέοντα, αλλά κι αυτό που μένει, καλό είναι! Και στο αβασάνιστο, χωρίς τρεχάματα, ορθοστασίες, αναγκαστικές υπερωρίες και περικοπές μισθών. Η κρίση θέλει φαντασία! Και από αυτή… ουουουου να φαν κ’ οι κότες!