Κώστας Φέρρης, ο Αλχημιστής του κινηματογράφου σε μια συνέντευξη χωρίς μανιέρα

Facebook
Twitter
LinkedIn

Οι συναντήσεις  με τον Κώστα Φέρρη, είναι πάντα μυσταγωγικές. Βυθίζεσαι  μέσα στο λόγο του κάθε φορά, παρασέρνοντας σε έτσι,  σε στιγμές  που δεν έζησες, αλλά μόλις βίωσες μέσω ενός φανταστικού σελιλόιντ. Πληροφορίες που βάζουν φωτιά στο δημοσιογραφικό χαρτί, αφού ο ασυμβίβαστος σκηνοθέτης, δεν σταματάει σε κλισέ καταστάσεις και στους συνηθισμένους κωδικούς των κινηματογραφιστών.
Και η ώρα  περνά, ο ήλιος γίνεται φεγγάρι και οι αφηγήσεις του βιβλία.
Πριν ένα χρόνο μου χάρισε ένα από τα πρώτα δυο αντίτυπα του νέου του βιβλίου «Η Αλχημεία του Σινεμά». Δεν κυκλοφόρησε ακόμα, μου είπε,  μιλάω με τον εκδοτικό οίκο για τα σχετικά. Είναι έρευνα πολλών χρόνων.
Έτσι βυθίστηκα στον κόσμο του Κώστα Φέρρη, και σας παίρνω μαζί μου σε αυτή την διαδρομή, σε μια κουβέντα που είχαμε με αφορμή το βιβλίο του,  που κυκλοφορεί από τις Eκδόσεις Παρισιάνου.

μιλάει στη Λαμπριάνα Κυριακού

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι ταινίες σας εκφράζουν  την ελευθερία του λόγου. Οι εικόνες μεταφράζονται σε μηνύματα. Μια συνεχής επικοινωνία με τον θεατή. Δώσατε τελικά αυτό που θέλατε; Και τι πήρατε;

Οι ταινίες μου δεν εκφράζουν μόνο την ελευθερία του λόγου, αλλά εκφράζονται και με τα δεσμά του λόγου, το συντακτικό και τη γραμματική, την τεχνολογία δηλαδή του λόγου, που είναι μίμησις της τεχνολογίας του σύμπαντος. Αυτή είναι και η Διαλεκτική της Αλχημείας, και χάρη σ’ αυτήν επικοινωνώ με τον θεατή. Σ’ αντάλλαγμα, πήρα τη συγκίνηση που προκάλεσα στην ίδια την ψυχή των θεατών που αγάπησαν τις ταινίες μου, που είναι πέρα από τη λογική και το συναίσθημα που προκύπτει από τις συνήθεις ταινίες.

Από τον “Προμηθέα” στο “Ρεμπέτικο” διαδρομή ζωής που συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία ενός συνταρακτικού σεναρίου  όπως είναι η δική σας. Θα δημιουργούσατε μια ταινία με τα προσωπικά σας βιώματα;

Μα αυτό είναι το σχέδιο για την επερχόμενη μυθοπλαστική μου ταινία. Έχει τον (προσωρινό) τίτλο «Λεωφόρος του Παραδείσου», και πηγές της είναι η παιδική και εφηβική μου ηλικία στην Αίγυπτο, αλλά και… ένα όνειρο του Billy Wilder.


«Όσο για τα ταξίδια και την Ιστορία,
ευνοήθηκα εξαιρετικά από τη θεά Τύχη,
έζησα και συμμετείχα σε μεγάλες στιγμές της Ιστορίας…
»


Δεν είσαστε ποτέ ο χαϊδεμένος σκηνοθέτης των Κινηματογραφικών Κριτικών,  ιδιαίτερα την εποχή που ήταν αυτοί  οι άνθρωποι παντοκράτορες. Νιώσατε αυτή τη μοναξιά του μαχητή,  νιώσατε σ΄ αυτή την διαδρομή σαν τον Δον Κιχώτη που δεν είχε ούτε και αυτόν τον Σάντσο κοντά του;

Η αλήθεια είναι, πως ποτέ (σχεδόν) δεν αδικήθηκα από τις κριτικές… των κριτικών. Από τη Ροζίτα Σώκου ίσαμε την Μαρία Παπαδοπούλου, κι από τον Κώστα Σταματίου ως τον Βασίλη Ραφαηλίδη, γράφτηκαν τα καλύτερα λόγια για τις ταινίες μου. Ο τελευταίος μάλιστα, παραπονιόταν πως ενώ ήμουνα «ο εξυπνότερος των Ελλήνων», κατέφευγα στον λαϊκισμό και τον… εθνικισμό! Η διάσταση προήλθε από την ματαιοδοξία των περισσοτέρων κριτικών αυτής της γενιάς, για να… δημιουργήσουν ένα δικό τους «αναλυτικό» έργο, και να θεοποιήσουν κάποιους εις βάρος όλων των άλλων. Να γίνουν δηλαδή οι ίδιοι «φίρμες» πλάϊ στο… φιρμάρισμα των σκηνοθετών. Ποτέ δεν έδωσα μοναχικούς αγώνες. Είχα πάντα πλάϊ μου πολλούς συναδέλφους μου, και μαζί μας ήταν ηθικά το σύνολο σχεδόν των σκηνοθετών. Όταν πιά, κάποιοι δημοσιογραφίσκοι που προέκυψαν, άρχισαν να παραγοντίζουν και ν’ ανακατεύονται στις αποφάσεις του Κέντρου Κινηματογράφου και άλλων κέντρων εξουσίας, τότε πια τινάχτηκαν τα πράγματα στον αέρα.

Τον Κινηματογράφο τον έχετε ποδηγετήσει ως σκηνοθέτης ως  σεναριογράφος ως λιμπρετίστας ακόμη και ως ηθοποιός τι δεν έχετε κάνει μέχρι τώρα ποιόν στόχο θα χτυπήσετε;

Χα χα! Αυτό το «ποδηγετήσει» μ’ άρεσε πολύ. Όμως, δεν έκανα ποτέ το ένα μετά το άλλο. Από μικρή ηλικία ασχολήθηκα με το θέατρο, τη λογοτεχνία, τη μουσική, ακόμα και… την υποκριτική. Έτσι και τώρα, που «χτύπησα» τον χώρο της συγγραφής, πρέπει να πω πως την «Αλχημεία του Σινεμά» τη γράφω… εδώ και 40 χρόνια. Έτσι, αν τώρα επιχειρήσω κάτι διαφορετικό, θα είναι κάτι από τα παλιά μου εκείνα ενδιαφέροντα. Ίσως με βοηθήσει η Θέσια να γράψω… την πρώτη (και τελευταία) μουσική μου σύνθεση!

Κάιρο. Αθήνα. Παρίσι και πάλι Ελλάδα. Ζήσατε πλάι στην ιστορία και  πολλές στιγμές της αποτελέσατε και μέρος της. Συμμετοχή στον Μάη του 68. Μετανάστης  στην διάρκεια της χούντας και ατέλειωτοι αγώνες για την ‘’ανανέωση’’ του Ελληνικού Κινηματογράφου με την επιστροφή σας. Είχατε νίκες τελικά;

Θα ξεκινήσω από το τέλος. Με τον Κώστα Βρεττάκο και τον αείμνηστο Ιάσονα Γιαννουλάκη, αποτελέσαμε τον πρώτο πυρήνα της θρυλικής πλέον Ομάδας για την ανανέωση του Ελληνικού κινηματογράφου, ήδη το 1958. Με τη διεύρυνση αυτής της Ομάδας, τους Τάκη Κανελλόπουλο, Θόδωρο Αγγελόπουλο, Τώνια Μαρκετάκη, Νίκο Παναγιωτόπουλο, Νίκο Νικολαϊδη, Δήμο Θέο, Σταύρο Τορνε, Παύλο Τάσιο, Γιώργο Σταμπουλόπουλο και το σύνολο των σκηνοθετών που αποτέλεσαν αυτή την Ομάδα, αλλάξαμε την ιστορία του Ελληνικού Κινηματογράφου. Τι άλλο μπορεί να θεωρηθεί Νίκη, και μάλιστα με Ν Κεφαλαίο;
Όσο για τα ταξίδια και την Ιστορία, ευνοήθηκα εξαιρετικά από τη θεά Τύχη, έζησα και συμμετείχα σε μεγάλες στιγμές της Ιστορίας, γνώρισα και συνεργάστηκα με σπουδαίες προσωπικότητες, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στον κόσμον όλο.

Έχετε συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους  Έλληνες σκηνοθέτες  αλλά και κορυφαίους  σκηνοθέτες του ξένου κινηματογράφου. Ποιες είναι οι στιγμές που έχετε κρατήσει από αυτούς;

Στην Ελλάδα, οπωσδήποτε την πρώτη δουλειά μου στο «Ποτάμι», όπου έζησα την περιπέτεια που λέγεται «σινεμά» σ’ όλο της το μεγαλείο, θαύμασα τις εναλλαγές από την έντονη και παθιασμένη ορμή του Νίκου Κούνδουρου, στη ραθυμία και τεμπελιά του ιδίου. Αλλά από την πρώτη στιγμή αγάπησα την ευγένεια του Μιχάλη Κακογιάννη, τη μεθοδικότητά του, και τις ειλικρινείς του φιλίες. Όμως αυτό που καθόρισε την κινηματογραφική μου σκέψη, είναι η μακροχρόνια συνεργασία μου με τον κατ’ εξοχήν πρωτοποριακό Γάλλο σκηνοθέτη Jean-Daniel Pollet, και η βαθειά φιλία που μας συνέδεσε ως το τέλος. Άλλωστε εκείνος βρίσκεται στην πηγή της «Αλχημείας του Σινεμά».

Έχετε βραβευθεί σε Διεθνή Φεστιβάλ,  το όνομα σας έχει περάσει στην διεθνή βιβλιογραφία του φίλμ. Τι  ικανοποίηση σας έδωσαν αυτές οι στιγμές και αν ήταν κατά κάποιο τρόπο διαβατήριο για τον εδώ αγώνα σας. Εντός των τειχών…

Η… διεθνοποίηση του ονόματός μου, υπήρξε καταστροφική για μένα στην Ελλάδα! Από τότε, όλες σχεδόν οι προτάσεις μου στο Κέντρο και στην ΕΡΤ απερρίφθησαν, και μάλιστα χωρίς κανένα σκεπτικό! Είναι κι αυτός ένας λόγος που ανέπτυξα… την πολυπραγμοσύνη μου. Όμως δεν θα πω πως μου έπεσε άσχημα να με καλέσουν τα κάνω εισήγηση στο Ευρωκοινοβούλιο, για την κινηματογραφική παιδεία (1996). Και άλλα πολλά, πάντα στο εξωτερικό!


«…τα ιδιωτικά κανάλια, ύστερα από τον καταιγισμό της Φωσκολιάδας,
βολεύτηκαν με τις φτηνιάρικες κωμωδίες…
»


Κατά την γνώμη σας σε ποιο στάδιο βρίσκεται ο σημερινός ελληνικός κινηματογράφος;
Σύγχυση! Δυστυχώς. Στους περισσότερους νέους απουσιάζει η περιέργεια. Και δεν ενημερώνονται με τις κατακτήσεις των προηγουμένων. Είναι ορφανά που επιχειρούν να αναδημιουργηθούν εκ του μηδενός, διά του μηδενός. Κι όταν ανακαλύπτουν πως το “weird cinema” δεν είναι δικιά τους ανακάλυψη, κλείνονται στο καβούκι τους. Και χάνουν έτσι την ευκαιρία να μάθουν πως ο κινηματογράφος, η κάθε ταινία, πρέπει να έχει έναν λόγο ύπαρξης, και ένα νόημα.

Σας κάνει εντύπωση, ότι το κοινό αναζητάει εκείνες τις παλιές καλές ταινίες, ιδιαίτερα στην τηλεόραση; Οι τηλεθεάσεις περνάνε το κόκκινο όταν βλέπουν τον Αυλωνίτη, τον Φωτόπουλο, την Βασιλειάδου. Αναζητούν τελικά την χαμένη αθωότητα  του Ελληνικού Κινηματογράφου;

Σ’ όλο τον κόσμο υπάρχει αυτό το φαινόμενο. Όχι, δεν μου κάνει εντύπωση, εγώ ο ίδιος ξαναβλέπω ταινίες αυτού του κινηματογράφου, διαβάζω μάλιστα το ονόματα στους τίτλους, και όχι μόνο σ’ αυτές στις οποίες υπάρχει το όνομά μου ως βοηθού σκηνοθέτη. Η νοσταλγία είναι μία έμφυτη λειτουργία του ανθρώπου. Το θέμα είναι να ξέρομε πως υπάρχει κι ένας τεράστιος αριθμός από «κακές» ταινίες εκείνης της εποχής, και πως σήμερα δεν έχει νόημα η νεκρανάσταση ενός ξεπερασμένου παρελθόντος.

Έχετε δώσει και μεγάλες επιτυχίες στην Τηλεόραση χρόνος χρυσός της εποχής που η Τηλεόραση ήθελε να δώσει το στίγμα της ως πνευματικό προϊόν  π.χ. οι «Έμποροι των Εθνών» γιατί σταμάτησαν αλήθεια αυτές οι παραγωγές;

Θεωρώ πως η «Οικογένεια Ζαρντή» είναι μία από τις καλύτερες δουλειές που έχω κάνει για την τηλεόραση, και δίπλα η «Ζωή της Καίτης Γκραίη» που έμεινε μπλοκαρισμένη από ένα καπρίτσιο του Αντένα. Τα «ποιοτικά» σήριαλ σταμάτησαν γιατί οι ιθύνοντες έκριναν πως… δεν έχουν μεγάλη θεαματικότητα. Έτσι, τα ιδιωτικά κανάλια, ύστερα από τον καταιγισμό της Φωσκολιάδας, βολεύτηκαν με τις φτηνιάρικες κωμωδίες.

Τι βλέπετε στην καινούργια  γενιά; Στέκεστε  δίπλα της;

Εγώ είμαι… σαν τον Χριστό! Ζητήσατε και θα σας δοθεί. Είναι δεκάδες οι νέοι που βοήθησα στο ξεκίνημά τους, και όχι μόνο εγώ. Σήμερα είναι ελάχιστοι που μου ζητούν κάποια βοήθεια. Να δούμε πόσοι θάρθουν στα σεμινάρια που θα κάνω.

Πόσο διαφορετικές είναι οι αγωνίες αυτής της γενιάς  με εκείνη της δική σας;

Μα… δεν ξέρω καν αν η νέα γενιά έχει αγωνίες. Είναι δυστυχώς πολλοί που διαπλέκονται με κάθε είδους εξουσία, και πολύ περισσότεροι που μένουν «στην απ’ έξω», χωρίς μάλιστα να έχουν το κουράγιο και την αλληλεγγύη να διαμαρτυρηθούν συλλογικά.


«Το Σινεμά, για μένα, είναι ένας ανώτερος εγκέφαλος, που αν ακολουθήσεις τις φυσικές διαδρομές της σκέψης του, ίσως και να βρεις την Αλήθεια των πραγμάτων.»


Πόση απόσταση υπάρχει από το σκοτεινό θάλαμο ως την οθόνη; και όπως γράφετε στο βιβλίο σας «Η Αλχημεία του Σινεμά»  προχωράει πραγματικά στην μεγάλη ανατροπή;

Μα η επανάσταση που οδήγησε στον Κινηματογράφο, έγινε μαζί με την ανατροπή του Γαιοκεντρικού Συστήματος (σκέψης), σε Ηλιοκεντρικό, και σε συνέχεια Κοσμοκεντρικό. Γαλιλαίος, Κίρχερ και Ντεκάρτ, είναι σύγχρονοι. Θεωρώ αναμφισβήτητο πως ο νέος «λόγος» του ανθρώπου, που τον λένε «οπτικοακουστικό» κι εγώ τον ονομάζω «κινησιογραφικό», είναι υπεύθυνος για όλη τη μεγάλη Ανατροπή του Πολιτισμού που ζούμε στις μέρες μας.

Κύριε Φέρρη θέλετε να πάμε στο «μαγικό» φανό της «Αλχημείας του Σινεμά» που δίνεται μια εντελώς διαφορετική ανάγνωση για τον κινηματογράφο.

Από τη στιγμή που αναγνωρίζεις τον κινηματογράφο ως τον ανθρώπινο 3ο «λόγο», αντί για 7η Τέχνη κατά τον ξεπερασμένο ορισμό του Canudo, ανοίγεται μπροστά σου ένα ολόκληρο νέο τοπίο στην αντιμετώπισή του. Μ’ αυτό τον τρόπο, μπορείς άνετα ν’ απολαύσεις και να ψυχαγωγηθείς εξ ίσου, με το «Όσα παίρνει ο άνεμος» ή την «Καζαμπλάνκα» από τη μια, και τον «Πιερό» του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ από την άλλη.

Εικόνες για σας, μου δίνεται την εντύπωση ότι είναι σφαίρες από το φωτογραφικός σας ντουφέκι. Τουλάχιστον έτσι μου δίνεται να καταλάβω μέσα από το βιβλίο σας.

Χαίρομαι που τ’ ακούω. Όμως οι σφαίρες αυτές, δεν είναι φονικές. Είναι, πιστεύω, αναζωογονητικές, θεραπευτικές της πλήξης και της ανίας, της άνοιας και της αγωνίας, πόλεμος κατά του φόβου του θανάτου.

Το βιβλίο σας είναι σίγουρα οδηγός για κάποιον που θέλει ν ασχοληθεί με τον κινηματογράφο, αλλά παράλληλα είναι και οδηγός γι αυτόν που αγαπάει τον κινηματογράφο. Πιστεύετε ότι κάποιος θα μπορέσει να μπει στην οπτική ενός σκηνοθέτη;

Εγώ πιστεύω πως είναι οδηγός για κάποιον που… θέλει να βρει τον εαυτό του. Ο κινηματογράφος σχεδόν είναι πρόσχημα σ’ αυτό το βιβλίο, είναι κάτι περισσότερο από μία γραμματική και ένα συντακτικό, είναι μία πρόκληση για ν’ ακολουθήσει ο καθένας την Κινηματογραφική Διαλεκτική και να καταλάβει καλύτερα, τόσο τον Κόσμο, όσο και τον εαυτό του. Το Σινεμά, για μένα, είναι ένας ανώτερος εγκέφαλος, που αν ακολουθήσεις τις φυσικές διαδρομές της σκέψης του, ίσως και να βρεις την Αλήθεια των πραγμάτων, την όποιαν αλήθεια.

 

 


Σχετικά Άρθρα

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μία καλύτερη εμπειρία.